Βιομηχανία και πράσινη ανάπτυξη στην Ελλάδα: η περίπτωση της οινοποιίας στην Θεσσαλία
Keywords
Βιώσιμη ανάπτυξηΠράσινη ανάπτυξη
Πράσινη οινοπαραγωγή στη Θεσσαλία
Ποιοτική έρευνα σε οινοποιητικό κλάδο της Θεσσαλίας
Προσαρμοσμένο μοντέλο για πράσινα οινοποιεία
Sustainable development
Green growth
Organic winemaking in Thessaly region
Qualitative research in the wine sector of Thessaly
Model adapted for wine - making businesses in the wine industry
Full record
Show full item recordOnline Access
http://hdl.handle.net/10442/hedi/45162Abstract
This doctoral thesis elaborates on the concept and content of sustainable development, as reflected in the Brundtland Report (1987) under title “Our Common Future”, according to which, sustainable development is “…development that meets the needs of the present without compromising the ability of future generations to meet their own needs…”. The views and opinions on the three scientific areas ― economics, sociology and environmental science ― are analysed with regard to the purpose and content of sustainable development, set against the backdrop of the 1970s, when the productive model and the world system had undergone significant changes. Considering the urgency of important issues, such as climate change, use of environmental resources, in particular fossil fuels, environmental pollution, maintenance of biodiversity and addressing social inequalities, thirty OECD countries adopted the Declaration on Green Growth, signed by the Council of Ministers of 30 OECD countries in June 2009. Thus, “the concepts “green” and “growth” can go hand-in-hand” (OECD, 2009). In this context of sustainable development, and especially green growth, this doctoral thesis discusses whether the green growth model could be applied to the wine-making industry in the Region of Thessaly. The answer to that question and the new alternatives will contribute to sustaining the growth in the Thessalian region now and in the future, a region that is particularly known for its wine products. Furthermore, this doctoral thesis is in line with the framework of the 2030 Agenda for Sustainable Development, adopted by the United Nations (UN, 2016), a rather ambitious work programme with a view to rapidly addressing global issues in the interests of sustainable development. On the basis of the “Supply chain model adapted for “green” wine-making businesses” and the “life cycle of the product”, a wine-making businesses classification model was introduced. Furthermore, a set of criteria has been developed within the spirit of the international experience gained through the implementation of “green” policies in various industries so far. Empirical evidence for the aforementioned procedure has been collected by means of a quantitative research questionnaire on the wine-making businesses in the Region of Thessaly, on the one hand, and interviews, conducted in the same region, and a thorough questionnaire on “green” wine-making businesses, as part of a qualitative research, on the other hand. Based on the sample collected, the answer to the research question of this doctoral thesis is, that the wine sector in the Region of Thessaly partially follows the Green Growth model. There is at present a good number of wine-making businesses producing organic wine made from organic grapes, while all other operators in the sector apply some environment-friendly practices, in waste management and marketing activities, for example. They are significantly lagging behind in terms of application of renewable energy sources and investment in research and innovation. In recent years, the wine producers are becoming more anxious about the adverse impact of climate change on the wine production. Given the challenges in the global market, the development of networks and clusters seems to be absolutely vital, in particular for small wine producers.Η παρούσα διατριβή ασχολείται με την έννοια και το περιεχόμενο της αειφόρου ανάπτυξης, όπως αυτή διατυπώνεται στη Έκθεση της Επιτροπής Brundtland (1987) με Τίτλο το «Κοινό μας Μέλλον» και είναι η «…ανάπτυξη που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ανταποκρίνονται στις δικές τους ανάγκες…». Αναλύονται οι θέσεις και οι απόψεις των τριών επιστημονικών περιοχών, της οικονομικής, της κοινωνιολογίας και της επιστήμης του περιβάλλοντος για τον σκοπό και το περιεχόμενο της βιώσιμης ανάπτυξης, με φόντο την δεκαετία του ’70, όπου συντελούνται σημαντικές αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο και στο παγκόσμιο σύστημα. Ο χαρακτήρας του επείγοντος σε σημαντικά προβλήματα, όπως της κλιματικής αλλαγής, της χρήσης των περιβαλλοντικών πόρων και ιδιαίτερα των ορυκτών καυσίμων, της ρύπανσης του περιβάλλοντος, της διατήρησης της βιοποικιλότητας και της αντιμετώπισης των κοινωνικών ανισοτήτων, οδήγησε τριάντα χώρες μέλη του ΟΟΣΑ τον Ιούνιο του 2009 στη «Διακήρυξη της Πράσινης Ανάπτυξης» (Declaration on Green Growth), η οποία υπεγράφη από το Συμβούλιο των Υπουργών των 30 χωρών μελών του ΟΟΣΑ (OECD). Έτσι, οι έννοιες «πράσινη»(«green») και «μεγέθυνση» («growth») μπορούν να μη συγκρούονται αλλά αντίθετα να συμβαδίζουν (OECD, 2009). Σε αυτό το πλαίσιο, της αειφόρου ανάπτυξης και ειδικότερα της πράσινης ανάπτυξης, εξετάζεται στη παρούσα διατριβή, αν υπάρχει εφαρμογή του μοντέλου της πράσινης ανάπτυξης στον οινοποιητικό κλάδο της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Η απάντηση στο ερευνητικό αυτό ερώτημα και οι εναλλακτικές που διανοίγονται θα βοηθήσουν την διατήρηση της ανάπτυξης στη περιοχή της Θεσσαλίας, τώρα και στο μέλλον, μια περιοχή που φημίζεται για τα αμπελοοινικά της προϊόντα. Η διατριβή αυτή επίσης, κινείται στα πλαίσια της Ατζέντας για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του 2030, που έθεσαν τα Ενωμένα Έθνη (UN, 2016), ένα αρκετά φιλόδοξο πρόγραμμα εργασίας για την γρήγορη αντιμετώπιση των παγκόσμιων προβλημάτων σε αειφορική κατεύθυνση. Δημιουργήθηκε ένα μοντέλο ταξινόμησης των οινοποιητικών επιχειρήσεων στη βάση του «Προσαρμοσμένου μοντέλου της εφοδιαστικής αλυσίδας για Πράσινα οινοποιεία» και του «κύκλου ζωής του προϊόντος». Επίσης, δημιουργήθηκε ένα σύνολο κριτηρίων, μέσα στο πνεύμα της διεθνούς εμπειρίας από την μέχρι τώρα εφαρμογή πράσινων πολιτικών σε βιομηχανικούς κλάδους. Εμπειρικά στοιχεία για την παραπάνω διαδικασία συλλέχθηκαν και από Ποσοτική Έρευνα των οινοποιητικών επιχειρήσεων στη Περιφέρεια Θεσσαλίας με Ερωτηματολόγιο και από την Ποιοτική Έρευνα πεδίου, πάλι από την ίδια περιοχή με συνεντεύξεις και με δομημένο ερωτηματολόγιο για τις πράσινες οινοποιητικές επιχειρήσεις. Η απάντηση στο ερευνητικό ερώτημα της διατριβής είναι ότι ο οινοποιητικός κλάδος στη Περιφέρεια Θεσσαλίας με βάση το δείγμα που συλλέχθηκε δείχνει ότι ακολουθεί εν μέρει το μοντέλο της Πράσινης Ανάπτυξης. Υπάρχει ένας ικανοποιητικός προς το παρόν αριθμός οινοποιητικών επιχειρήσεων που παράγουν βιολογικό οίνο από βιολογικά σταφύλια, ενώ οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου εφαρμόζουν κάποιες φιλο-περιβαλλοντικές δραστηριότητες, όπως στη διαχείριση των αποβλήτων και σε δραστηριότητες μάρκετινγκ. Υπολείπονται σημαντικά σε θέματα, όπως η εφαρμογή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η επένδυση σε έρευνα και καινοτομία. Τα τελευταία χρόνια, διαπιστώνεται η μεγαλύτερη αγωνία των παραγωγών για την αρνητική επίδραση της κλιματικής αλλαγής στη παραγωγή οίνων. Η δημιουργία δικτύων και clusters αποτελεί άμεση ανάγκη ειδικά για τους μικρούς οινοπαραγωγούς μπροστά στις προκλήσεις της παγκόσμιας αγοράς.
Date
2019Identifier
oai:10442/45162http://hdl.handle.net/10442/hedi/45162